Τα Ονομαστήριά του εόρτασε ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος στον Πανίερο Ναό της Αναστάσεως το Σάββατο 14/27 Μαρτίου 2021 εκ μεταθέσεως, σύμφωνα με την Προσκυνηματική τάξη.
Το απόγευμα της Παρασκευής αναγνώσθηκε η Θ’ Ώρα στον Μοναστηριακό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και έγινε η επίσημη Κάθοδος στον Ναό της Αναστάσεως όπου ετελέσθη ο Εσπερινός στο Καθολικό προεξάρχοντος του Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου με τους Αγιοταφίτες Πατέρες να προσεύχονται εντός του Ιερού Βήματος και να συνιερουργούν οι Αγιοταφίτες Ιερομόναχοι.
Την κυριώνυμο ημέρα της εορτής τελέσθηκε στο Καθολικό του Πανίερου Ναού της Αναστάσεως η Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου προεξάρχοντος του Πατριάρχου και συλλειτουργούντων των Αρχιερέων: Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναζαρέτ κ. Κυριακού, των Σεβασμιωτάτων Αρχιεπισκόπων Γεράσων κ. Θεοφάνους, Ιόππης κ. Δαμασκηνού, Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, Σεβαστείας κ. Θεοδοσίου, Λύδδης κ. Δημητρίου, του Σεβ. Μητροπολίτου Ελενουπόλεως κ. Ιωακείμ και του Σεβ. Αρχιεπισκόπου Μαδάβων κ. Αριστοβούλου, Αγιοταφιτών Ιερομονάχων, ων πρώτος ο Γέρων Καμαράσης Αρχιμανδρίτης π. Νεκτάριος, του Αρχιδιακόνου π. Μάρκου και των άλλων διακόνων, ψάλλοντος του Ιεροδιακόνου Συμεών, Γραμματέως της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, και του κ. Βασιλείου Γκοτσοπούλου, παρουσία του Γενικού Προξένου της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Ευαγγέλου Βλιώρα και εν συμμετοχή μοναχών, μοναζουσών και λαικών, μελών της Παροικίας και του ποιμνίου.
Μετά την θείαν Λειτουργίαν ακολούθησε Δοξολογία επί τη μνήμη των αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, και του γεγονότος της Ονομαστικής εορτής του Μακαριωτάτου. Ενώ μετά την απόλυση της Δοξολογίας έγινε η άνοδος στο Πατριαρχείο.
Παρακολουθήστε:
Εκεί ο Γέρων Αρχιγραμματεύς προσφώνησε τον Μακαριώτατο:
Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,
Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων, τῶν ὁμολογησάντων τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἀπηνῶς βασανισθέντων καί μαρτυρικῶς τελειωθέντων εἰς τόν παγετῶνα τῆς λίμνης Σεβαστείας τοῦ Πόντου ἐπί Λικινίου τό 320, προβάλλει τήν 9ην τοῦ μηνός Μαρτίου ὡς φωτεινός σταθμός πνευματικοῦ ἀνεφοδιασμοῦ θάρρους καί ἐλπίδος τῶν πιστῶν διά τήν συνέχισιν τῆς ἐν νηστείᾳ καί πάσῃ ἄλλῃ ἀρετῇ πορείας αὐτῶν πρός βίωσιν τοῦ Ἁγίου Πάσχα.
Τούς καλῶς ἀθλήσαντας καί στεφανωθέντας μάρτυρας τούτους τιμᾷ ἀξιοχρέως σήμερον πανηγυρικῶς ἡ Ἐκκλησία ὅλη, διότι οὗτοι τόν θάνατον εἰς οὐδέν ἐλογίσαντο, ἀλλά διά τοῦ θανάτου ἀντήλλαξαν τήν ἐνταῦθα ἐπίγειον ζωήν διά τῆς ἄλλης, τῆς αἰωνίου, τῆς ἀλήκτου. «Οὗτοι ἀπώλεσαν τήν ψυχήν, ἤτοι τήν ζωήν αὐτῶν, ἕνεκεν τοῦ Χριστοῦ καί εὗρον αὐτήν ἐν Αὐτῷ». (Ματθ. 10, 39). Πανηγυρικώτερον ὡς εἰκός τιμᾷ τούτους ἡ Μήτηρ τῶν Ἐκκλησιῶν μετά τῆς ἐν αὐτῇ Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητος, καθότι ἡ Ὑμετέρα Μακαριότης θεοφιλῶς φέρει τό ὄνομα ἑνός τούτων. Τιμῶσα σήμερον τούς ἁγίους τούτους καί δή ὡς μάρτυρας ἡ Ἐκκλησία Ἱεροσολύμων, ἀπονέμει καί εἰς τήν Ὑμετέραν Μακαριότητα τόν βαθύν σεβασμόν, τήν ὀφειλομένην τιμήν καί τήν ἐν Χριστῷ μοναχικήν καί Ἁγιοταφιτικήν ὑπακοήν. Ἀκολουθήσασα τήν προσκυνηματικήν καθεστωτικήν τάξιν αὐτῆς, ἐτέλεσε τήν θείαν Εὐχαριστίαν μετά Δοξολογίας εἰς τόν πανίερον Ναόν τῆς Ἀναστάσεως, συνεκράθη τῷ Σώματι καί τῷ Αἵματι τοῦ Χριστοῦ καί ἐν τῇ δυνάμει ταύτῃ ἐδεήθη ὑπέρ ἑνότητος τῆς πίστεως καί τῆς ἐν Χριστῷ κοινωνίας ἐν τοῖς κόλποις αὐτῆς καί μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν. Οὐχ ἧττον ἐν πρώτοις ἐδεήθη ὑπέρ ὑγιείας καί εὐσταθείας τοῦ Πατρός καί Ποιμένος αὐτῆς. Ἐζήτησε ἀπό τόν Θεόν, ὅπως «χαρίζηται τήν Ὑμετέραν Μακαριότητα ταῖς ἁγίαις Ἐκκλησίαις ἐν εἰρήνῃ, σῶον, ἔντιμον, ὑγιᾶ, μακροημερεύοντα καί ὀρθοτομοῦντα τόν λόγον τῆς ἀληθείας».
Τοῦ Παρακλήτου Πνεύματος τῆς ἀληθείας, ἐνοικοῦντος εἰσέτι ἐν ἡμῖν ἐκ τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἀληθεύοντες προσφωνοῦμεν τήν ὑμετέραν Μακαριότητα καί ἐν τῇ ἱστορικῇ ταύτῃ αἰθούσῃ τοῦ Πατριαρχείου, ἀναμιμνησκόμενοι ὅσα Αὕτη τίμια, εὔφημα καί ἀγαθά ὑπέρ τοῦ ἡμετέρου Πατριαρχείου μετά ζήλου καί ἀόκνου Ποιμαντικῆς μερίμνης ἀπειργάσατο.
Ἐν πρώτοις μνημονευτέον ὅτι ἡ Ὑμετέρα Μακαριότης πᾶσαν κατέβαλε προσπάθειαν, ἵνα τά ἱερά Προσκυνήματα, τά δεχόμενα ἤδη ἀπό ἔτους τάς πρωτοφανεῖς εἰς τήν ἱστορίαν αὐτῶν συνεπείας μή προσελεύσεως προσκυνητῶν, ὡς ἐκ τῆς πανδημίας τοῦ Covid- 19, λειτουργῶσι ὡς τόποι καί χῶροι λατρείας, τελουμένων ἐν αὐτοῖς ὅλων τῶν κατά τό Προσκυνηματικόν Καθεστώς τελετῶν μετ’ ὀλιγωτέρων ἤ περισσοτέρων μοναχῶν ἤ ἐντοπίων πιστῶν ἐν συνεννοήσει μετά τῶν Ὑγιεινομικῶν Ἀρχῶν ἑκάστης τῶν χωρῶν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς δικαιοδοσίας τοῦ Πατριαρχείου. Ἡ ὡς ἐκ τῆς πανδημίας ἀναποφεύκτως ἐπηρεασθεῖσα πνευματική καί διοικητική ἐπικοινωνία, ἀνεπληρώθη διά τῆς τηλεπικοινωνίας, τῆς γνωστῆς πλέον ὡς zoom, εἴτε διά τήν ἐπανέναρξιν τοῦ διαλόγου πρός σύσφιγξιν τῆς ἐνότητος μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, εἴτε διά τήν ἐνεργοποίησιν θεμάτων συμμετοχῆς τοῦ Πατριαρχείου εἰς τό ΠΣΕ καί τό ΣΕΜΑ, εἴτε διά τάς ὑπό τήν αἰγίδα τοῦ Πατριαρχείου συναντήσεις τῶν Ἀρχηγῶν τῶν Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν Ἱεροσολύμων, εἴτε διά τήν λειτουργίαν τοῦ Συνοδικοῦ θεσμοῦ ἐν συμμετοχῇ ὅσων μελῶν τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου διαμένουν εἰς Ἑλλάδα ἤ Ἰορδανίαν.
Ἀπό πλευρᾶς οἰκονομικῆς, ναί μέν ὑπῆρξε καθυστέρησις εἰς τήν καταβολήν τῆς μηνιαίας χρηματικῆς εὐλογίας τῶν Ἁγιοταφιτῶν καί τῆς ἀντιμισθίας τοῦ κλήρου καί τοῦ μισθοῦ διδασκάλων καί ἄλλων ὑπαλλήλων τοῦ Πατριαρχείου, ὀφειλομένη κυρίως εἰς τάς ὡς ἐκ τῆς πανδημίας δυσκολίας διακινήσεως χρημάτων ὑπό τῶν τραπεζῶν, δέν ὑπῆρξε ὅμως εἰς οὐδεμίαν περίπτωσιν περικοπή μισθῶν ἤ ἀπόλυσις ὑπαλλήλων. Εἰς τήν συνάφειαν ταύτην μνημονευθήτω μετ’ εὐχαριστίας ὅτι ἡ παρά τῆς εὐσεβοῦς πηγῆς ἐνεργείαις τοῦ Ἑλληνικοῦ Γενικοῦ Προξενείου τῶν Ἱεροσολύμων χορηγηθεῖσα πρό μηνῶν οἰκονομική ἐνίσχυσις μοναχῶν καί κληρικῶν ἦλθε ὡς δρόσος Ἀερμών εἰς τήν κρατοῦσαν οἰκονομικἠν ξηρασίαν.
Εἰς τάς ἀνάγκας τῶν ἱερῶν ναῶν τοῦ ἡμετέρου Ἐλληνορθοδόξου Ἀραβοφώνου ποιμνίου τό ἡμέτερον Πατριαρχεῖον ἀνταπεκρίθη διά τῆς κινητοποιήσεως δωρητῶν ὡς εἰς τήν περίπτωσιν τοῦ εἰκονοστασίου καί τῶν εἰκόνων τοῦ ἱεροῦ ναοιῦ τῶν ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης τῆς Κοινότητος Κούφρ Σμέα καί τοῦ ἱεροῦ ναοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τῆς Κοινότητος Σαχνίν τῆς περιοχῆς Ἄκρης- Πτολεμαϊδος τοῦ βορείου Ἰσραήλ.
Ἡ ἐξ ἀρχῆς ἐπιδειχθεῖσα μέριμνα καί ἐπιμονή τῆς Ὑμετέρας Μακαριότητος διά τήν κατοχύρωσιν τῆς ἀκινήτου περιουσίας τοῦ Πατριαρχείου, ἐσυνεχίσθη καί διά τῆς προσφάτου καταβολῆς Δημαρχιακοῦ φόρου, τοῦ γνωστοῦ ὡς ἀρνόνα, 2.000.000 ἑκατομμυρίων Σέκελ, διά τήν κατοχύρωσιν τοῦ παρά τήν Πύλην τοῦ Δαβίδ ξενοδοχείου Petra, ἐμπλακέντος, ὡς μή ὤφελε, εἰς τάς ἀδιαφανεῖς, παρανόμους καί καταστροφικάς διά τά οἰκονομικά τοῦ Πατριαρχείου συμφωνίας τοῦ 2003.
Ταῦτα πάντα, Μακαριώτατε, μνημονεύονται οὐχί διά καύχησιν καί ἐπανάπαυσιν, –ἡ γάρ καύχησις ἡμῶν μόνον ἐν Χριστῷ καί τούτῳ ἐσταυρωμένῳ, ( Γαλ. 6, 14), ἀλλά πρός τόνωσιν τοῦ φρονήματος τῆς ἐλπίδος καί συνεργασίας μεταξύ ἡμῶν ὡς μελῶν τῆς τετιμημένης γεραρᾶς Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητος καί συνεργασίας ἡμῶν τῶν μελῶν μετά τῆς Πνευματικῆς Κορυφῆς Ὑμῶν ὡς ἡγουμένου, ἵνα εὑρίσκωμεν ἑαυτούς εἰς τό συνιστώμενον ὑπό τοῦ ἁγίου Βασιλείου τοῦ μεγάλου εἰς τήν Ἑξαήμερον, νά ἔχωμεν « τό φιλάλληλον ἐν τῇ φύσει ἡμῶν» καί νά εἶναι εἰς ἡμᾶς «προτιμότερον τό κοινωνικόν καί ἡνωμένον παρά τό ἀπεσχισμένον καί ἰδιάζον» (Λόγος Η΄, ΕΠΕ 4, σ. 328). Οὕτω πράττοντες, οὕτως ἐνεργοῦντες, οὕτω βιοῦντες, ἀναδεικνυόμεθα ἀντάξιοι συνεχισταί τῶν προγόνων ἡμῶν, τῶν ἀναλωσάντων ἑαυτούς εἰς ἀγῶνας, στερήσεις καί θυσίας ὑπέρ τῆς διατηρήσεως τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῆς κληρονομιᾶς τοῦ γένους τῶν Ρωμαίων εἰς τήν Ἁγίαν Γῆν καί συνεργησάντων εἰς τήν ἀπελευθέρωσιν τοῦ ἔθνους ἡμῶν ἐκ τῆς πικρᾶς δουλείας τῶν τετρακοσίων ἐτῶν, τήν διακοσιοστήν ἐπέτειον τῆς ὁποίας εὐγνωμόνως ἑορτάζομεν.
Ὑψῶν τό ποτήριον, Μακαριώτατε Πάτερ καί Δέσποτα, εὔχομαι Ὑμῖν ἐξ ὀνόματος τῆς Ἀδελφότητος καί τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου ἔτη ὅσα πλεῖστα, εἰρηνικά εὐφρόσυνα, εὐσταθῆ, πλήρη κυβερνητικῆς δυνάμεως Πνεύματος Ἁγίου, ἵνα ὁδηγῆτε τό σκάφος τῆς Ἱεροσολυμιτικῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Ἀδελφότητος πεφωρτισμένον ἐξ ἔργων ἀγαθῶν Εὐαγγελικῆς εὐποιίας εἰς λιμένας εὐδίους ζωῆς καί σωτηρίας πρός ἔπαινον τοῦ εὐλογημένου γένους ἡμῶν καί δόξαν τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ ἡμῶν. Γένοιτο.
Ἀκολούθως προσεφώνησε τον Μακαριώτατον ὁ κύριος Γενικός ὡς ἕπεται:
“Μακαριώτατε,
Σεβασμιώτατοι,
Σεβαστοί Πατέρες,
Κυρίες και κύριοι,
Η σημερινή εορτή έχει ιδιαίτερη σημασία για όλους μας, καθώς η Αγιοταφιτική Αδελφότητα και το ευλαβές Ποίμνιο, ανάμεσά τους και οι υπηρετούντες στο Γενικό Προξενείο της Ελλάδας, τιμούμε τα Ονομαστήρια του Προκαθήμενου της Σιωνίτιδος Εκκλησίας, της Μητέρας των Εκκλησιών, της Αυτού Θειοτάτης Μακαριότητος, του Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλου Γ.
Είναι ιδιαίτερη τιμή και χαρά για μένα, να παρευρίσκομαι στον εορτασμό αυτό για πρώτη φορά από της αναλήψεως των καθηκόντων μου στα Ιεροσόλυμα.
Μακαριώτατε, με την ευκαιρία αυτή, επιτρέψτε μου, εκ μέρους της Ελληνικής Πολιτείας, να σας εκφράσω, τον σεβασμό, την αγάπη και την ευγνωμοσύνη της Ελλάδας για το μεγάλο ποιμαντικό σας έργο, για το σημαντικό και εθνικό έργο της διαφύλαξης και ανάδειξης των Ιερών προσκυνημάτων στους Αγίους Τόπους και για την προάσπιση και προβολή των οικουμενικών αξιών της Ορθοδοξίας στην Αγία Γη.
Με σειρά πρωτοβουλιών Σας, προωθείτε την αναστήλωση και ανάδειξη των Ιερών Προσκυνημάτων της Χριστιανοσύνης, ενώ μεριμνάτε για τη διατήρηση του Προσκυνηματικού Καθεστώτος στην Αγία Γη και για την πνευματική καθοδήγηση και ευημερία ενός ποιμνίου, που υφίσταται σημαντικές δοκιμασίες.
Η αφοσίωσή Σας στα ιερά αυτά καθήκοντα, η προσήλωσή Σας στο πολυδιάστατο αυτό έργο, οι άοκνες προσπάθειές Σας, η διορατικότητα και η ακεραιότητα, με τις οποίες φέρετε εις πέρας την υψηλή αποστολή Σας, αναγνωρίζονται από όλους, καθιερώνοντας το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων ως κορυφαίο παράγοντα ειρήνευσης, συνεννόησης και μετριοπάθειας σε μια ταραχώδη περιοχή, που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις και όπου πολλοί διακηρύσσουν την επιθυμία τους για ένα ειρηνικό μέλλον, αλλά ελάχιστοι είναι εκείνοι που εργάζονται ειλικρινά και αποτελεσματικά προς επίτευξή του.
Η ειλικρινής διάθεση συνεννόησης, συμφιλίωσης και καταλογής που επιδεικνύετε και συστηματικά καλλιεργείτε, όχι μόνο στις σχέσεις με τα άλλα δόγματα και τις άλλες θρησκείες, στο ιδιαίτερο περιβάλλον των Ιεροσολύμων και των Αγίων Τόπων, αλλά και στο πλαίσιο της ευρύτερης προσπάθειας συμφιλίωσης και ειρήνευσης στην πολύπαθη αυτή περιοχή, χαλυβδώνει το ηθικό ανάστημα και το κύρος του καθ’ημάς Πατριαρχείου, καθιστώντας το παράγοντα μετριοπάθειας και σταθερότητας, σε μια εποχή ρευστότητας, αστάθειας και ανακατατάξεων, που φαίνεται να ευνοούν το φανατισμό, τη μισαλλοδοξία και την οξύτητα.
Είναι βέβαιο ότι το Ιερό Καθίδρυμα αντλεί δύναμη από τη μακρά Ιστορία και παράδοση, από την ενότητα, από τη βαθιά πίστη και την αφοσίωση της Αγιοταφιτικής Αδελφότητας και από την ηγεσία της, που με ενσυνείδητη γνώση και! αντίληψη των περιστάσεων, με σθένος και αποφασιστικότητα, μεριμνά για το παρόν και το μέλλον του.
Επιτρέψτε μου να σας απευθύνω τις πλέον ειλικρινείς και εγκάρδιες ευχές μας για υγεία, μακροημέρευση και από Κυρίου στήριξη, ούτως ώστε να συνεχίσετε να φέρετε εις πέρας την υψηλή αποστολή Σας.
Θα ήθελα επίσης να διαβεβαιώσω εσάς και τα μέλη της Αδελφότητος ότι η συμπαράταξη και συμπαράσταση μας προς το καθ’ ημάς Πατριαρχείο, προς την Αγιοταφιτική Αδελφότητα και Εσάς προσωπικά είναι και παραμένει πάνδημη και ουσιαστική, και να σας εκφράσω, την αναγνώριση και το θαυμασμό μας για το πολυσήμαντο έργο που επιτελείται εδώ, όπως και για την αφοσίωση των Μελών της Αδελφότητας για την προστασία, με ζήλο και αυταπάρνηση, των Αγίων Προσκυνημάτων, την οποία συναντούμε σε όλες τις εδώ επισκέψεις μας και η οποία συγκινεί ιδιαιτέρως, πόσο μάλλον όταν αυτή απαντάται εν τω μέσω των συνεπειών της τρέχουσας λοιμώδους νόσου. Με την αφορμή αυτή, επιτρεψτε μου να εκφράσουμε τις ευχαριστίες μας, για την απαράμιλλη φιλοξενία της οποίας έχουμε τύχει σε όλες τις εδώ επισκέψεις μας.
Μακαριώτατε,
Η μεγάλη συνεισφορά του Πατριαρχείου και Υμών προσωπικά στην Ορθοδοξία και στον Ελληνισμό, ως μακραιώνου θεματοφύλακα μιας πολύτιμης θρησκευτικής και ιστορικής παράδοσης είναι ευρέως γνωστή. Συνεπώς, για την Ελλάδα η προάσπιση του θεσμού του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, των δικαίων και των δικαιωμάτων του, αποτελεί σπουδαιότατη προτεραιότητα, όπως τόνισε πρόσφατα δημοσίως και η Αυτού Εξοχότης ο Υπουργός Εξωτερικών της χώρας μας κ. Νικόλαος Δένδιας.
Η Ελληνική Πολιτεία και οι Έλληνες πιστοί περιβάλλουμε με αγάπη και αφοσίωση το έργο Σας και το έργο των Αγιοταφιτών Πατέρων και προσευχόμαστε να έχετε υγεία, δύναμη και μακροημέρευση, για το καλό του Πατριαρχείου, της Αδελφότητας, του Ελληνορθόδοξου Ποιμνίου Σας, της αδιάλειπτης Ορθόδοξης Μαρτυρίας στην Αγία Γη και της ειρήνης στην περιοχή. Χρόνια Πολλά και Ευλογημένα”.
Ὁ Μακαριώτατος ηὐχαρίστησε τούς προσφωνήσαντας διά τῆς κάτωθι ἀντιφωνήσεως αὐτοῦ:
«Ἡμῖν δέ οὐχ ἕνα πρόκειται θαυμάζειν, οὐδέ δύο μόνους… ἀλλά τεσσαράκοντα ἄνδρας, ὡς μίαν ψυχήν ἐν διῃρημένοις σώμασιν ἔχοντες, ἐν μιᾷ συμπνοίᾳ καί ὁμονοίᾳ τῆς πίστεως, μίαν καί τήν πρός τά δεινά καρτερίαν καί τήν ὑπέρ τῆς ἀληθείας ἔνστασιν ἐπεδείξαντο»· Λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος ἐγκωμιάζων τούς ἁγίους Τεσσαράκοντα μάρτυρας.
Ἐκλαμπρότατε κ. Γενικέ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος
κ. Εὐάγγελε Βλιώρα,
Σεβαστοί Ἅγιοι Πατέρες καί Ἀδελφοί,
Εὐλαβεῖς χριστιανοί καί προσκυνηταί
«Ὁ Θεός ἐνδοξαζόμενος ἐν βουλῇ ἁγίων, μέγας καί φοβερός ἐπί πάντας τούς περικύκλῳ αὐτοῦ», (Ψαλμ. 88, 8), βοᾷ ἐν ἀγαλλιάσει ἡ ἁγία τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, διά τοῦ ψαλμῳδοῦ, ἐπί τῇ ἱερᾷ μνήμῃ τῆς ἐνθέου χορείας τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων τῶν ἐν Σεβαστείᾳ τῇ πόλει μαρτυρησάντων.
Οὗτοι οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα ἄνδρες ὄντες καί ὡς μίαν ψυχήν ἐν διῃρημένοις σώμασιν ἔχοντες, «τῷ γάρ ὕδατι τῆς λίμνης εἰσῆλθον θαρσαλέως· καί τῷ κρύει σφιγγόμενοι, τήν ᾠδήν ἀνέμελπον τῷ Κυρίῳ· Μή ἐν ποταμοῖς ὀργισθείς ἡμῖν Κύριε, μή ἐν ποταμοῖς ὀργισθείς ἡμῖν φιλάνθρωπε (Ἀμβ. 3, 8)· ἐλάφρυνον τό βάρος, καί τήν πικρότητα τοῦ ἀέρος· τῷ οἰκείῳ γάρ αἵματι, ἐβάφησαν ἡμῖν οἱ πόδες· καί εἰσήγαγες ἡμᾶς ὁ Θεός, εἰς τάς αἰωνίους σου σκηνάς, ἵνα ὁ κόλπος ἡμᾶς θάλψῃ τοῦ Πατριάρχου Ἀβραάμ»· ἀναφωνεῖ ὁ ὑμνῳδός αὐτῶν.
Οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα μάρτυρες ἐν ἑνί στόματι ἔλεγον τῷ Κυρίῳ «τῷ οἰκείῳ γάρ αἵματι ἐβάφησαν ἡμῶν οἱ πόδες», ἀκούοντες εἰς τήν ἀψευδῆ μαρτυρίαν τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου: «Ἐάν δέ τῷ φωτί περιπατῶμεν, ὡς αὐτός ἐστιν ἐν τῷ φωτί, κοινωνίαν ἔχομεν μετ’ ἀλλήλων, καί τό αἷμα Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Υἱοῦ Αὐτοῦ καθαρίζει ἡμᾶς ἀπό πάσης ἁμαρτίας» (Α΄ Ἰωαν. 1, 7). Εἰς ταύτην τήν τοῦ Χριστοῦ πίστιν, εἶδον οἱ ἅγιοι Μάρτυρες τό φῶς τό ἀληθινόν, τήν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν εἰρήνην τοῦ Θεοῦ (Φιλιπ. 4, 7) καί τήν ἀνεκλάλητον χαράν (1 Πέτρ. 1, 8), διά τοῦτο ἐζήτουν μετά ζήλου τόν καθαρισμόν τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν διά τοῦ μαρτυρικοῦ ἐν Χριστῷ αἵματος αὐτῶν.
Ἡ σήμερον ἑορταζομένη μνήμη τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων καί δή τοῦ συμμάρτυρος αὐτῶν Θεοφίλου, οὗτινος τήν σεπτήν ἐπωνυμίαν φέρει ἡ Μετριότης ἡμῶν, ἀποτελεῖ πρᾶξιν εὐλογημένην παρά Κυρίου. Καί τοῦτο, διότι οἱ τήν γῆν οὐρανώσαντες ἅγιοι Μάρτυρες ἀνεδείχθησαν φωστῆρες τῆς οἰκουμένης, κήρυκες δηλονότι τοῦ σταυρικοῦ πάθους τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ καί τῆς Ἀναστάσεως Aὐτοῦ, λέγοντες μετά τοῦ θείου Παύλου: «ἐν οὐδενί αἰσχυνθησόμεθα, ἀλλ’ ἐν πάσῃ παρρησίᾳ, ὡς πάντοτε καί νῦν μεγαλυνθήσεται Χριστός ἐν τῷ σώματι ἡμῶν εἴτε διά ζωῆς εἴτε διά θανάτου» (Φιλιπ. 1, 20).
Τό ὡς ἄνω διακριτικόν γνώρισμα ἐπισημαίνει ὁ Μέγας Βασίλειος λέγων, ὅτι οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα «ἐν μιᾷ συμπνοίᾳ καί ὁμονοίᾳ τῆς πίστεως, μίαν καί τήν πρός τά δεινά καρτερίαν καί τήν ὑπέρ τῆς ἀληθείας ἔνστασιν ἐπεδείξαντο».
Ἡ ἁγία ἡμῶν τῶν Ἱεροσολύμων Ἐκκλησία, ἡ αὐτόπτης καί αὐτήκοος μάρτυς γενομένη τοῦ σταυρικοῦ θανάτου καί τῆς τριημέρου Αὐτοῦ ταφῆς καί ἐγέρσεως, τιμῶσα τήν ἱεράν μνήμην τῶν ἁγίων ἀθλοφόρων τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ἐξόχως δέ τοῦ συμμάρτυρος αὐτῶν Θεοφίλου, ἐτέλεσεν «τήν μυστικήν εὐλογίαν» τοὐτέστιν τό μέγα μυστήριον τῆς θείας Εὐχαριστίας ἐν τῷ Πανιέρῳ Ναῷ τῆς Ἀναστάσεως, τῆς Ἡμῶν Μετριότητος προεξαρχούσης καί περιστοιχουμένης ὑπό τῶν τιμίων τῆς Ἁγιοταφιτικῆς ἡμῶν Ἀδελφότητος μελῶν, Ἀρχιερέων, Ἱερέων καί Ἱεροδιακόνων, συμπροσευχομένων Ἡμῖν εὐλαβῶν χριστιανῶν ἐκ τοῦ χριστεπωνύμου ποιμνίου ἡμῶν, δοξάζοντες οὕτω τόν δοξάσαντα τούς ἁγίους αὐτοῦ.
Προσέτι δέ εὐχαριστήριον δοξολογίαν ἀνεπέμψαμεν τῷ Ἁγίῳ Τριαδικῷ Θεῷ ἐπί τοῖς, τῇ ἐπωνύμῳ τοῦ ἀθλοφόρου μάρτυρος Θεοφίλου, ἀγομένοις σεπτοῖς Ἡμῶν Ὀνομαστηρίοις. «Εὐχαριστεῖν ὀφείλομεν τῷ Θεῷ πάντοτε καί ὑπέρ πάντων ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», (Α΄ Θεσ. 1, 3 / Ἐφ. 5, 20)· παραγγέλλει ὁ θεῖος Παῦλος.
Ἡ ἐν τῷ λειτουργικῷ χρόνῳ τῆς Ἐκκλησίας ἐπιτελουμένη μνήμη τῶν ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, ἰδιαιτέρως δέ τοῦ συμμάρτυρος αὐτῶν Θεοφίλου, δέν ἀφορᾷ εἰς τήν ταπεινότητα Ἡμῶν μόνον, ἀλλά κυρίως καί πρωτίστως εἰς τόν Ἀποστολικόν καί Πατριαρχικόν θεσμόν, διά τοῦ ὁποίου καταδείκνυται ὅτι ὁ Χριστός «Αὐτός ἐστι πρό πάντων, καί τά πάντα ἐν Αὐτῷ συνέστηκε, καί Αὐτός ἐστιν ἡ κεφαλή τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας» (Κολ. 1, 17-18), «ἥν περιεποιήσατο διά τοῦ ἰδίου αἵματος» (Πράξ. 20, 28). Αὐτοῦ ἀκριβῶς τοῦ αἵματος τοῦ Χριστοῦ κοινωνοί καί σύναιμοι ἐγένοντο καί οἱ ἅγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες.
Οἱ κατά τήν τρέχουσαν δοκιμασίαν τῆς ἀνθρωπότητος ἐκ τῆς θανατηφόρου λοιμικῆς νόσου τοῦ κορωνοϊοῦ, τιμώμενοι ἅγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες «λαλοῦν ἡμῖν οἰκοδομήν καί παράκλησιν καί παραμυθίαν» (Α΄ Κορ. 14, 3). Καί τοῦτο, διότι κατά τόν Μ. Βασίλειον, «οὗτοί εἰσι κοινοί φύλακες τοῦ γένους τῶν ἀνθρώπων, ἀγαθοί, κοινωνοί φροντίδων [=συμμέτοχοι εἰς τάς φροντίδας], δεήσεως [=προσευχῆς] συνεργοί, πρεσβευταί δυνατώτατοι, ἀστέρες τῆς οἰκουμένης, ἄνθη τῶν Ἐκκλησιῶν». «Ἐκείνων ἐστί ἡ φωνή· «Διήλθομεν διά πυρός καί ὕδατος καί ἐξήγαγες ἡμᾶς εἰς ἀναψυχήν», (Ψαλμ. 65, 12).
Οἱ ἅγιοι Μάρτυρες καί πάλιν λαλοῦν ἡμῖν «τήν σύμπνοιαν καί ὁμόνοιαν τῆς πίστεως», δηλονότι τήν ἑνότητα τῶν κατά τόπους Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. “Οὐκ ἦν μία πατρίς τοῖς ἁγίοις”, λέγει ὁ Μ. Βασίλειος,”ἄλλος γάρ ἀλλαχόθεν ὥρμητο… Γένος δέ, τό μέν ἀνθρώπινον, ἄλλο ἄλλου, τό δέ πνευματικόν, ἕν ἁπάντων. Κοινός γάρ αὐτῶν Πατήρ, ὁ Θεός, καί ἀδελφοί πάντες, οὐκ ἀπό ἑνός καί μιᾶς γεννηθέντες, ἀλλ’ ἐκ τῆς υἱοθεσίας τοῦ Πνεύματος εἰς τήν διά τῆς ἀγάπης ὁμόνοιαν ἀλλήλοις συναρμοσθέντες”. Μέ ἄλλα λόγια, ἐκείνων ἐστί ἡ φωνή «σπουδάζοντες τηρεῖν τήν ἑνότητα τοῦ Πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης», (Ἐφ. 4, 3).
Εἰς ταύτην τήν κλῆσιν τῆς μαρτυρίας τῆς ἑνότητος, τῆς εἰρήνης καί τῆς ἀγάπης τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ καλούμεθα καί ἡμεῖς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἰδιαιτέρως δέ κατά τό εὐλογημένον τοῦτο στάδιον τῆς νηστείας τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἔχοντες βοηθούς καί συνεργούς τούς ἁγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρας, τόν συμμάρτυρα αὐτῶν καί πάτρωνα ἡμῶν Θεόφιλον καί τήν Ὑπερευλογημένην Θεοτόκον καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ἀειπάρθενον Μαρίαν. Τούτους ἱκετεύσωμεν, ἵνα ἐν εἰρήνῃ, ταπεινοφροσύνῃ καί μετανοίᾳ ἀξιωθῶμεν καταντῆσαι εἰς τήν λαμπροφόρον Ἀνάστασιν τοῦ Θεοῦ καί Σωτῆρος τῶν ψυχῶν.
Ἐπί δέ τούτοις, ἐπικαλούμεθα ἐπί πάντας τούς συμπροσευχηθέντας Ἡμῖν καί τούς τιμήσαντας τήν τῶν ἁγίων ἑόρτιον ταύτην αὐτῶν μνήμην, δύναμιν τήν ἐξ ὕψους, τήν δωρεάν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τήν χάριν τοῦ Παναγίου καί Ζωοδόχου Τάφου, ὑπομονήν καί πᾶσαν παρά Θεοῦ εὐλογίαν, ἐκφράζοντες θερμάς εὐχαριστίας καί πρός τούς προσφωνήσαντας Ἡμᾶς, τόν Γέροντα Ἀρχιγραμματέα, Ἱερώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Κωνσταντίνης κ. Ἀρίσταρχον, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τῶν μελῶν τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου καί τῆς Ἁγιοταφιτικῆς ἡμῶν Ἀδελφότητος, τόν Ἐκλαμπρότατον Γενικόν Πρόξενον τῆς Ἑλλάδος κ. Εὐάγγελον Βλιώραν, τόν Πανοσιολογιώτατον Ἀρχιμανδρίτην π. Ἀλέξανδρον, ἀντιπρόσωπον τῆς ἀδελφῆς Ἁγιωτάτης Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας, διαβιβάσαντα Ἡμῖν τάς εὐχάς τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου Μόσχας κ.κ. Κυρίλλου διά τοῦ π. Ἀθανασίου ὁμιλήσαντος ἑλληνιστί, τόν Ἱερώτατον Μητροπολίτην Ναζαρέτ κ. Κυριακόν, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τοῦ ποιμνίου ἡμῶν εἰς Ναζαρέτ, τόν Ἱερώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Ἰόππης κ. Δαμασκηνόν, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τοῦ ποιμνίου ἡμῶν εἰς Ἰόππην, τόν Σεβασμιώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Μαδάβων κ. Ἀριστόβουλον, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τῆς νεοσυστάτου Κοινότητος Beersheba, τόν Αἰδεσιμώτατον π. Φάραχ Μπαντούρ, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τοῦ Καθεδρικοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, τόν Ἀρχιμανδρίτην π. Νήφωνα, ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τῆς Κοινότητος Ρέμλης, τόν Ἀρχιμανδρίτην π. Φιλόθεον ὁμιλήσαντα ἐξ ὀνόματος τῆς Κοινότητος τῆς Ἄκκρης, τόν Πρωτοπρεσβύτερον π. Ἤσσα Μοῦσλεχ, ἐκπρόσωπον τῶν Ἀραβικῶν Μ.Μ.Ε. καί ἅπαντας τούς μετασχόντας εἰς τόν ἑορτασμόν τοῦτον.
Εἰς ὑγιείαν πάντων ὑμῶν!”.