Σήμερα, συμπληρώθηκαν 25 χρόνια από τον καθαγιασμό του Παρεκκλησίου του Αγίου Γεωργίου στο αεροδρόμιο των Βρυξελλών.
Από εκείνη την ημέρα, χιλιάδες ταξιδιώτες το επισκέφθηκαν, προσκύνησαν τις ιερές εικόνες, προσευχήθηκαν και σημείωσαν τις εντυπώσεις των στο βιβλίο των επισκεπτών το οποίο βρίσκεται εκεί για αυτόν τον σκοπό.
Όπως αναφέρει η Ιερα Μητρόπολη Βελγίου, κατά τον μήνα Δεκέμβριο του 2001, έπειτα από μία Διαθρησκειακή Συνάντηση, ο μακαριστός Πατριάρχης Σερβίας Παύλος, ο οποίος τέλεσε εκεί την Θεία Λειτουργία.
Ο μακαριστός Πατριάρχης Παύλος γεννήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 1914 στο χωριό Κούτσαντσι της Σλαβονίας (σήμερα ανήκει στην Κροατία). Έμεινε ορφανός σε μικρή ηλικία. Σπούδασε στη Θεολογική Σχολή του Βελιγραδίου. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο πήγε ξανά στο Βελιγράδι, ως πρόσφυγας και εργάστηκε σε διάφορες δουλειές για να επιβιώσει. Εργάστηκε ακόμη και ως οικοδόμος. Το 1948 εκάρη μοναχός και μέχρι το 1955 ανήκε στη Μονή Ράτσια. Το 1954 χειροτονήθηκε διάκονος και το 1957 πρεσβύτερος. Από το 1955 ως το 1957 έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Επιστρέφοντας στην πατρίδα του, εξελέγη επίσκοπος Ράσκας και Πριζρένης, στο Κόσοβο.
Εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Πεκίου, Μητροπολίτης Βελιγραδίου και Κάρλοβτσι και Πατριάρχης Σερβίας την 1η Δεκεμβρίου 1990 με τον αποστολικό τρόπο, δηλαδή με κλήρωση από εκλεγέν τριπρόσωπο. Αναφέρεται ότι ήταν ίσως ο μοναδικός των Μητροπολιτών ο οποίος δεν επιθυμούσε να εκλεγεί Πατριάρχης.
Ήταν ασκητική μορφή, και ασκητική ήταν και η ζωή του. Κατάφερε να ποιμάνει τους Σέρβους σε μια εποχή δύσκολη, μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας και να γίνει σύμβολο ενότητας του σερβικού λαού εν μέσω των πολέμων που ακολούθησαν.
Τον Οκτώβριο του 2008 ζήτησε να παραιτηθεί από το Θρόνο, αλλά αυτό δεν έγινε δεκτό από τη Σύνοδο της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ο πατριάρχης Παύλος απεβίωσε στις 15 Νοεμβρίου 2009.