Αρχάριος ακόμη στη μοναχική ζωή ο Μωυσής ο Αιθίοψ, πολεμήθηκε από σαρκική επιθυμία.
Πήγε τότε, ταραγμένος να εξομολογηθή στον Αββά Ισίδωρο.
Ο Γέροντας τον άκουσε με συμπάθεια κι αφού του έδωσε τις συμβουλές που έπρεπε, του είπε να γυρίση πίσω στο κελλί του. Επειδή όμως εκείνος δίσταζε ακόμη, μήπως επιστρέφοντας του ανάψη πάλι η φλόγα της κακής επιθυμίας, ο Αββάς Ισίδωρος τον πήρε από το χέρι και τον ανέβασε σ’ ένα μικρό δωμάτιο, που είχε πάνω από το κελλί του.
– Κύτταξε εδώ, του είπε, δείχνοντάς του προς τη δύσι.
Είδε τότε ο Μωυσής ένα ολόκληρο στράτευμα από πονηρά πνεύματα με τεντωμένα τόξα, έτοιμα για πόλεμο και τρόμαξε.
– Κύτταξε τώρα προς την ανατολή, είπε πάλι ο Γέροντας.
Μυριάδες Αγγέλων σε στρατιωτική παράταξι ήσαν έτοιμοι ν’ αντιμετωπίσουν τον εχθρό.
Όλοι αυτοί, του είπε ο Αββάς Ισίδωρος, είναι σταλμένοι από τον θεό να βοηθήσουν τον αγωνιστή. Βλέπεις πως οι υπερασπισταί μας είναι πολύ περισσότεροι και ασυγκρίτως
ισχυρότεροι από τους εχθρούς μας;
Ο Μωυσής ευχαρίστησε με την καρδιά του τον θεό γι’ αυτή την αποκάλυψι και παίρνοντας θάρρος, γύρισε στο κελλί του να συνέχιση τον αγώνα του.
Απόσπασμα από το βιβλίο της Μοναχής †Θεοδώρας Χαμπάκη, «Γεροντικόν, Σταλαγματιές από την πατερική σοφία», έκδοση Ορθοδόξου Χριστιανικής Αδελφότητας «Λυδία» Θεσσαλονίκη.
Επιμέλεια Στέλιος Κούκος
ΠΗΓΗ: www.pemptousia.gr