[Ιερομόναχος, π. Χαράλαμπος Διονυσιάτης, Ηγούμενος Ιεράς Μονής Διονυσίου υποτακτικός Οσίου Ιωσήφ Ησυχαστή]:
Κάποτε ένας αδελφός, όταν βρισκόμασταν στην Ν. Σκήτη [του Αγίου Όρους], περιέπεσε σ’ ένα αμφίβολο λογισμό: «Προσευχόμαστε, αγρυπνούμε.., ωραία αυτά. Όμως κατ’ αυτόν τον τρόπο βοηθούμε και τους άλλους ή μόνον τον εαυτό μας;».
Ενώ ετοιμαζόταν να εξομολογηθή αυτόν τον λογισμό στον Γέροντα [τον όσιο Ιωσήφ Ησυχαστή], τον πρόλαβε ο δεύτερος και με πρόσωπο που φαινόταν βαθιά συγκινημένο, λέγει στον αδελφό:
– Απόψε παιδί μου, ο Θεός μου έδειξε το έξης φοβερό θέαμα: ενώ προσευχόμουν, για μια στιγμή μου φάνηκε ότι βρισκόμουν σε μια πολύ μεγάλην τράπεζα.
Στεκόμουν μπροστά σε μια πόρτα που έμοιαζε σαν την ωραία πύλη της εκκλησίας. Μέσα εκεί σ’ αυτόν τον χώρο, αμέτρητα πλήθη περίμεναν σειρά.
Εγώ έμοιαζα σαν αρχισιτοποιός. Μέσα σ’ αυτόν τον χώρο διέκρινα και σας να βρίσκεστε κοντά μου.
Εκόβατε κάτι μεγάλα σαν πρόσφορα και μου τα φέρνατε. Ο άλλος κόσμος περνούσε σε δυο σειρές, στη μια οι ζωντανοί, στην άλλη οι πεθαμένοι.
Τους μοίραζα όλους από μια μερίδα ευλογία και φεύγανε όλοι χαρούμενοι.
Διέκρινα μέσα πάρα πολλούς γνωστούς μου, όσους είχα γραμμένους, ζωντανούς-πεθαμένους, στο μνημονοχάρτι.
Και ο αδελφός με την σειρά του:
– Γέροντα, αυτό για μένα ήταν. Μου έλυσες την απορία μου. Τώρα κατάλαβα, τι προσφέρουν οι προσευχές και το μνημόνευμα στην προσκομιδή για όλον τον κόσμο.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Μοναχού Ιωσήφ Διονυσιάτη, «Ιερομόναχος Χαράλαμπος Διονυσιάτης, Ο διδάσκαλος της νοεράς προσευχής.
Κεντρική φωτογραφία: Από αριστερά: Γέροντας Χαράλαμπος Διονυσιάτης, όσιος Ιωσήφ Ησυχαστής και Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης και Αριζονίτης
Πηγή: pemptousia.gr (Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)