Οι άγιοι Τιμόθεος και Μαύρα έζησαν τον 3ο αιώνα μ.Χ., όταν αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο Διοκλητιανός. Κατάγονταν από την κωμόπολη Παναπέα της Αιγύπτου, στην περιοχή της Θηβαΐδος.
Ο άγιος Τιμόθεος, με τη συγκατάθεση της συζύγου του Μαύρας, έγινε ιερέας και εκτελούσε την ιερατική του διακονία με ζήλο και αφοσίωση.
Η αφοσίωση και η εργατικότητα του Τιμόθεο για την πίστη στο Χριστό, ανησύχησαν τους ειδωλολάτρες, οι οποίοι τον κατήγγειλαν στον αδίστακτο και βάναυσο ειδωλολάτρη έπαρχο Αρριανό. Αυτός απείλησε και διέταξε τον Τιμόθεο να κάψει δημόσια τα ιερά του βιβλία. Η απάντηση πού έδωσε ο Τιμόθεος ήταν απάντηση πραγματικού ιερέα: «Αδύνατο έπαρχε να τα κάψω. Τα βιβλία αυτά είναι για μένα τα ιερά πνευματικά μου όπλα και εφόδια. Και καθώς ο στρατιώτης στη μάχη δεν παραδίδει τα όπλα του στον εχθρό, διότι αλλιώς θεωρείται νικημένος, λιποτάκτης, έτσι και εγώ δεν μπορώ να σου τα παραδώσω. Δίνω τη ζωή μου, αλλά τα ιερά μου βιβλία δεν τα παραδίδω. Κάνε ό,τι νομίζεις».
Αφού με τα λόγια δεν πέτυχε τίποτα, ο Αρριανός, διέταξε να βασανίσουν ανελέητα τον Τιμόθεο. Πράγματι, με τροχό του έσχισαν τις σάρκες και του έσπασαν τα κόκαλα. Η δύναμη του Θεού όμως, σταμάτησε απότομα τον τροχό, απελευθέρωσε τον Τιμόθεο και εξαφάνισε κάθε πληγή από το σώμα του. Την επόμενη μέρα έφεραν μπροστά του την σύζυγό του Μαύρα, για να τον πείσει να αρνηθεί τον Χριστό, αλλά συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Η Μαύρα προσποιήθηκε ότι πηγαίνει στην φυλακή για να μεταπείσει τον Τιμόθεο. Φτάνοντας στη φυλακή όμως, έδωσε θάρρος στο σύζυγο της και του ανακοίνωσε και την δική της θέληση να αγωνισθεί μέχρι τέλους για τον Χριστό. Η Αγία ομολόγησε την πίστη της στον Χριστό, μπροστά στον αδίστακτο έπαρχο. Όποτε αυτός, μανιασμένος, διέταξε και τους θανάτωσαν με σταυρικό θάνατο.
Η μνήμη τους εορτάζεται από την Ορθόδοξη Εκκλησίας στις 3 Μαΐου.
Ρένος Κωνσταντίνου, θεολόγος
ΠΗΓΗ: ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΣ ΚΑΙ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ