Η Αγία μας Εκκλησία εορτάζει σήμερα, 2 Ιουλίου, την κατάθεση της Τιμίας Εσθήτος της Υπεραγίας Θεοτόκου εν Βλαχέρναις και τιμά τη μνήμη του Αγίου Ιουβεναλίου, πατριάρχου Ιεροσολύμων, και του Νεομάρτυρος Λάμπρου.
Σύμφωνα με το Συναξάρι, οι αυτάδελφοι πατρίκιοι Γάλβιος και Κάνδιδος, πηγαίνοντας στα Ιεροσόλυμα να προσκυνήσουν τα πανάγια προσκυνήματα, έφτασαν στην Παλαιστίνη. Κατά την επίσκεψή τους στους Αγίους Τόπους, συνάντησαν μία Εβραία, η οποία είχε στην κατοχή της και φύλαγε, με πολύ μεγάλη ευσέβεια, μέσα σε ειδικό κιβώτιο την τίμια Εσθήτα (φόρεμα) της Παναγίας. Τότε οι Γάλβιος και Κάνδιδος, αφού προσκύνησαν το ιερό ένδυμα, έθεσαν ως σκοπό τους να το μεταφέρουν στην Βασιλίδα των Πόλεων.
Φθάνοντας στην Κωνσταντινούπολη, προσπάθησαν να κρύψουν τον πολύτιμο θησαυρό στις Βλαχέρνες. Μόλις ο αυτοκράτορας πληροφορήθηκε τη μεταφορά της τιμίας Εσθήτος στην Επτάλοφο Πόλη, ασπάστηκε με μεγάλη ευλάβεια το ιερό ένδυμα δίδοντας, στη συνέχεια, εντολή να κατασκευαστεί Ναός, στον οποίο να τοποθετηθεί το πολύτιμο αυτό κειμήλιο.
Τα προσωπικά αντικείμενα των Αγίων, πολλές φορές και πάντα με διάκριση, γίνονται φορείς της χάρης και της ευλογίας του Αγίου Πνεύματος, για παρηγοριά και στήριξη των ανθρώπων. Ιδιαίτερα αυτό σε εποχές που οι άνθρωποι θέλουν σημεία της χάριτος του Θεού ένεκα αδυναμίας και ποικίλων δοκιμασιών. Η Θεοτόκος Μαρία είναι το σταθερό στήριγμα και παρηγορία μας, αλλά και παράδειγμα καθαρότητας, αγιότητας, ταπείνωσης και υπακοής. Ιδού πως εκφράζει ο υμνογράφος αυτή την ευλογία του Θεού δια του ενδύματος της Παναγίας στην ακολουθία της εορτής: «Ὁ οἶκός σου Δέσποινα τὸ σόν, ἱερὸν μαφόριον, ὡς θησαυρὸν ἁγιάσματος, φέρων ἑκάστοτε, ἁγιάζει πάντας, ἡμᾶς τοὺς προστρέχοντας, καὶ σὲ χρεωστικῶς μακαρίζοντας, ἐν τούτῳ ἔχοντας, τὴν ἐλπίδα τῶν ψυχῶν ἡμῶν, καὶ βεβαίαν, σκέπην καὶ κραταίωμα.» (Στιχηρὸ Προσόμοιο. Ἦχος α’).
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου